Συγγραφέας: | Λάππας, Κώστας |
Τίτλος: | Πανεπιστήμιο και φοιτητές στην Ελλάδα κατά τον 19ο αιώνα |
Τίτλος σειράς: | Ιστορικό Αρχείο Ελληνικής Νεολαίας |
Αριθμός σειράς: | 39 |
Τόπος έκδοσης: | Αθήνα |
Εκδότης: | Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς |
Έτος έκδοσης: | 2004 |
Σελίδες: | 743 |
Αριθμός τόμων: | 1 τόμος |
Γλώσσα: | Ελληνικά |
Θέμα: | Εκπαίδευση-Τριτοβάθμια |
Παιδεία-Εκπαίδευση | |
Τοπική κάλυψη: | Ελλάδα |
Χρονική κάλυψη: | 19ος αι. |
Περίληψη: | Στο βιβλίο αυτό διερευνώνται δύο κυρίως ζητήματα της ιστορίας του Πανεπιστημίου Αθηνών στον 19ο αιώνα: πρώτον το θεσμικό του πλαίσιο και η οργάνωση των σπουδών και δεύτερον η συγκρότηση του φοιτητικού σώματος και η παρουσία των φοιτητών στην πανεπιστημιακή και εξωπανεπιστημιακή ζωή. Ειδικότερα εξετάζονται, μετά από μια σύντομη αναδρομή στην «προϊστορία» του Πανεπιστημίου, οι προσπάθειες για τη δημιουργία ενός ολοκληρωμένου εκπαιδευτικού συστήματος στην Ελλάδα στα χρόνια 1834-1837• τα αλλεπάλληλα σχέδια για την ίδρυση Πανεπιστημίου, ο πανεπιστημιακός Κανονισμός του 1837 με βάση τον οποίο λειτούργησε το ίδρυμα ως το 1911 και οι σχέσεις του με την αντίστοιχη γερμανική πανεπιστημιακή νομοθεσία• η θεσμική οργάνωση του Πανεπιστημίου, τα ιδεολογήματα γύρω από την αποστολή του, η συγκρότηση του διδακτικού προσωπικού, οι δυσλειτουργίες του θεσμικού πλαισίου του Πανεπιστημίου και οι αποτυχημένες προσπάθειες που γίνονται σε όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα για τη μεταρρύθμιση του ιδρυτικού Κανονισμού του. Το μεγαλύτερο μέρος της εργασίας αναφέρεται στους φοιτητές : στον τρόπο οργάνωσης των σπουδών τους, τους Οδηγούς σπουδών, τις διπλωματικές εξετάσεις, τα εκπαιδευτικά τέλη και άλλα συναφή θέματα, με έμφαση στις θεωρητικές αρχές πάνω στις οποίες στηρίχθηκε το όλο σύστημα. |
Άδεια χρήσης: | Αυτό το ψηφιοποιημένο βιβλίο του ΙΑΕΝ σε όλες του τις μορφές (PDF, GIF, HTML) χορηγείται με άδεια Creative Commons Attribution - NonCommercial (Αναφορά προέλευσης - Μη εμπορική χρήση) Greece 3.0 |
Το Βιβλίο σε PDF: | Κατέβασμα αρχείου 48.54 Mb |

ΚΕΦΑΛΑΙΟ A
ΤΑ ΜΗΤΡΩΑ ΦΟΙΤΗΤΩΝ ΚΑΙ ΔΙΠΛΩΜΑΤΟΥΧΩΝ
Για τους φοιτητές υπάρχουν αρκετά ποσοτικά στοιχεία διάσπαρτα σε διάφορες πηγές, όπως οι λογοδοσίες των πρυτάνεων που δημοσιεύονται κάθε χρόνο από το Πανεπιστήμιο, οι ετήσιες Εκθέσεις των υπουργών Παιδείας, στατιστικοί πίνακες για την εκπαίδευση κλπ. Οι πληροφορίες που παρέχουν όμως είναι άνισες και δεν προσφέρονται πάντα για εκμετάλλευση. Η σημαντικότερη πηγή είναι οι πρυτανικές λογοδοσίες. Ο απερχόμενος πρύτανης στον Λόγο που εκφωνεί κατά την παράδοση της πρυτανείας του, ανακοινώνει, ανάμεσα σε άλλα, και στατιστικά στοιχεία για τους φοιτητές του παρελθόντος
έτους : για τον αριθμό των εγγραφέντων, τον τόπο καταγωγής τους, τη σχολή
εγγραφής, το Γυμνάσιο από το οποίο αποφοίτησαν, τον αριθμό εκείνων που
ανανέωσαν την εγγραφή τους, καθώς και το σύνολο του φοιτητικού πληθυσμού. Σπανιότερα αναφέρεται και ο αριθμός των φοιτητών που διέκοψαν τις σπουδές τους. Στις λογοδοσίες δημοσιεύονται επίσης ονομαστικοί κατάλογοι των διπλωματούχων και σε ορισμένες περιπτώσεις συγκεντρωτικά στοιχεία για τους φοιτητές και τους διπλωματούχους των προηγουμένων ετών1. Οι σχετικές πληροφορίες αναδημοσιεύονται συχνά σε περιοδικά και άλλα έντυπα.
Με βάση τις πρυτανικές λογοδοσίες καταρτίστηκαν το 1889 και το 1912 (με την ευκαιρία του εορτασμού της 50ετίας και της 75ετίας του Πανεπιστημίου) συγκεντρωτικοί πίνακες για τους φοιτητές και διπλωματούχους από το 1837 και εξής, οι οποίοι δημοσιεύθηκαν, αντίστοιχα, στο Χρονικόν του Ελληνικού Πανεπιστημίου του I. Πανταζίδη και στον εορταστικό τόμο για τα 75 χρόνια του Πανεπιστημίου2. Οι πίνακες αυτοί, αν και δεν αξιοποιούν όλα τα στοιχεία
1. Βλ. ενδεικτικά τις λογοδοσίες των πρυτάνεων Μιλτ. Βενιζέλου (1865-66), Γ. Ράλλη (1868-69), Π. Καλλιγά (1869-70), Κ. Παπαρρηγόπουλου (1872-73), Α. Αναγνωστάκη (1877-78).
2 . Πανταζίδης, Χρονικόν, Πίν. Α' και Β' και Τα κατά την εβδομηκοστήν πέμπτην αμφιετηρίδα της ιδρύσεως του Εθνικού Πανεπιστημίου (1837-1912), Αθήνα 1912, σ. 366-373. Συγκεντρωτικά στοιχεία δημοσιεύθηκαν, με διάφορες ευκαιρίες, και στα μεταγενέστερα χρόνια. Σημειώνω ενδεικτικά τους πίνακες φοιτητών και διπλωματούχων του Πανε-

χεία των λογοδοσιών, είναι αρκετά χρήσιμοι για μια πρώτη στατιστική προσέγγιση. Τα στοιχεία που προσφέρει η πρώτη πηγή είναι ο αριθμός των
εγγραφέντων και ο συνολικός φοιτητικός πληθυσμός κατά έτος και σχολή από το 1837 ως το 1887, καθώς και ο αριθμός των διπλωματούχων κάθε σχολής στην ίδια περίοδο. Παρόμοιοι είναι και οι πίνακες της δεύτερης πηγής, που καλύπτουν τα χρόνια 1837-1911, με τη διαφορά ότι δεν αναγράφεται εδώ ο συνολικός φοιτητικός πληθυσμός κάθε έτους· δίνονται όμως, επιπλέον, κάποια στοιχεία για τη γεωγραφική προέλευση των εγγεγραμμένων και διπλωματούχων (ημεδαποί-αλλοδαποί).
Η πηγή από την οποία αντλούν το υλικό τους οι πρυτανικές λογοδοσίες είναι κυρίως το Μητρώο φοιτητών και το Μητρώο διπλωματούχων του Πανεπιστημίου. Η μεταφορά των στοιχείων όμως, τουλάχιστο από το Μητρώο φοιτητών, δεν είναι πλήρης, καθώς οι πρυτάνεις ενδιαφέρονται να δώσουν μια γενική εικόνα της κίνησης των εγγραφών. Έτσι, παραλείπονται στις λογοδοσίες, εκτός βέβαια από τα ονόματα των εγγεγραμμένων, η ηλικία τους, η πατρίδα τους και η περιουσιακή κατάσταση της οικογένειάς τους, ενώ από την
άλλη μεριά υπάρχουν και κάποια λάθη στα στοιχεία που παρατίθενται.
Είναι αυτονόητο ότι μια συστηματική μελέτη της συγκρότησης του φοιτητικού σώματος δεν μπορεί να γίνει με βάση μόνο τις πρυτανικές λογοδοσίες. Είναι απαραίτητο να προσφύγει κανείς στο ίδιο το Μητρώο φοιτητών, και αυτό ακριβώς γίνεται εδώ. Οι λογοδοσίες χρησιμοποιούνται στο μέτρο μόνο που προσφέρουν κάποια επιπλέον στοιχεία.
Στο Πανεπιστήμιο, απ' όσο τουλάχιστο μπόρεσα να διαπιστώσω, σώζονται για τον 19ο αιώνα τέσσερα βιβλία (Μητρώα) σε χειρόγραφη μορφή3. Σ' αυτά είναι καταχωρισμένα τα ονόματα των φοιτητών που γράφτηκαν στις τέσσερις πανεπιστημιακές σχολές (Θεολογική, Νομική, Ιατρική και Φιλοσοφική) από τον Σεπτέμβριο του 1837 ως τον Μάρτιο του 18914. Οι μαθητές του
Πανεπιστημίου κατά σχολές από το 1837 ως το 1963/64, που περιλαμβάνονται στο βιβλίο του Αριστ. Κ. Σκαρπαλέζου, Από την ιστορίαν του Πανεπιστημίου Αθηνών (Ιστορικά κείμενα και ιστορικά στοιχεία), Αθήνα 1964.
3. Η σχετική ερευνά έγινε το 1981, πριν από την ίδρυση του σημερινού Ιστορικού Αρχείου του Πανεπιστημίου, όταν τα βιβλία αυτά βρίσκονταν στο κεντρικό κτίριο του Πανεπιστημίου.
4. Το πρώτο βιβλίο (φφ. 344) περιέχει 4.393 εγγραφές με αύξοντα αριθμό 1-4.393, που καλύπτουν την περίοδο από 26 Σεπτ. 1837 ως 17 Οκτ. 1866· το δεύτερο (φφ. 236) 4.683 εγγραφές με αύξ. αρ. 4.394-9.076 (27 Σεπτ. 1866-4 Μαρτ. 1880)· το τρίτο (φφ. 244) 4.879 εγγραφές με αύξ. αρ. 9.077-13.955 (2 Σεπτ. 1880-25 Σεπτ. 1887)· το τέταρτο (χωρίς αρίθμηση φύλλων) 4.046 εγγραφές με αύξ. αρ. 1-4.046 (3 Σεπτ. 1886-29

Φαρμακευτικού Σχολείου, το οποίο ανήκε, όπως ξέρουμε, στην Ιατρική, εγγράφονταν σε ξεχωριστό Μητρώο, το οποίο δεν μπόρεσα να εντοπίσω. Μετά το 1891 λείπει ένα τουλάχιστο Μητρώο, πράγμα που δεν μου επέτρεψε να
επεκτείνω την ερευνά μου ως το τέλος του αιώνα, η ως ένα χρονικό σημείο που θα μπορούσε να θεωρηθεί τομή στην εξέλιξη του φοιτητικού σώματος, όπως είναι, για παράδειγμα, το 1892, όταν αρχίζει να σημειώνεται μια σημαντική αλλά προσωρινή κάμψη των εγγραφών λόγω της επιβολής υψηλών εκπαιδευτικών τελών στους φοιτητές. Έτσι κι αλλιώς όμως, θα έπρεπε να προχωρήσει κανείς σε αρκετά μεταγενέστερα χρόνια για να βρει ουσιαστικές αλλαγές στην κίνηση των εγγραφών και την εσωτερική εξέλιξη του φοιτητικού σώματος.
Ας δούμε ποιές είναι οι πληροφορίες που προσφέρουν οι πηγές μας. Στο Μητρώο φοιτητών σημειώνονται, κατά στήλες, τα ακόλουθα στοιχεία: αύξων
αριθμός εγγραφής, ονοματεπώνυμο φοιτητή, ηλικία, πατρίδα, κτηματική περιουσία (ο τόπος όπου βρίσκεται και η αξία της), «ένδειξις εγγραφής» (απολυτήριο σχολείου με βάση το οποίο έγινε η εγγραφή η άλλα σχετικά στοιχεία), σχολή και χρονολογία εγγραφής, υπογραφή εγγραφομένου, ονοματεπώνυμο και υπογραφή «συνιστώντος» (κηδεμόνα), αριθμός εισιτηρίου, παρατηρήσεις5. Οι παραπάνω στήλες δεν συμπληρώνονται πάντα.
Μερικές προκαταρκτικές διευκρινίσεις για τα παραπάνω στοιχεία. Το ονοματεπώνυμο του φοιτητή συνοδεύεται κατά κανόνα από το πατρώνυμο του και στην περίπτωση που ο φοιτητής είναι ιερωμένος από την ιδιότητά του. Ο τόπος καταγωγής δεν αναφέρεται πάντοτε με τον ίδιο τρόπο. Συνήθως σημειώνεται, ανάλογα με τη δήλωση του φοιτητή, η ιδιαίτερη πατρίδα του (χωριό η πόλη) και η περιοχή (επαρχία ή νομός) στην οποία αυτή ανήκει- μπορεί όμως να αναγράφεται μόνο η ευρύτερη γεωγραφική περιφέρεια (π.χ. Κρήτη, Ήπειρος). Η ανομοιομορφία αυτή θέτει ορισμένα προβλήματα σχετικά με τη γεωγραφική κατανομή των φοιτητών, για τα οποία θα μιλήσουμε παρακάτω.
Η κτηματική περιουσία δηλώνεται σε δραχμές και συνοδεύεται συνήθως
Μαρτ. 1891), από τις οποίες οι πρώτες 1.157 υπάρχουν και στο τρίτο βιβλίο. Από τα τέσσερα βιβλία μόνο το τελευταίο είναι πρωτότυπο- τα άλλα τρία αντεγράφησαν στα τέλη του 19ου αιώνα από τα πρωτότυπα, με πρωτοβουλία του πρύτανη Α. Χρηστομάνου. Βλ. Α. Χρηστομάνος, Λόγοι, 1898, σ. 42-43.
5. Στο Μητρώο της περιόδου 1837-1866 υπάρχουν τρεις ακόμη στήλες, που δεν συμπληρώθηκαν ποτέ, με τις ενδείξεις: Γένος, Θρησκεία, Εθνικότης. Οι στήλες αυτές φαίνεται ότι προορίζονταν κυρίως για τους ξένους φοιτητές του Πανεπιστημίου, οι οποίοι όμως τελικά δεν ήταν τόσοι που να δικαιολογείται η ύπαρξη ιδιαίτερων στηλών, γι' αυτό καταργήθηκαν κάποια στιγμή.

από το όνομα της περιοχής στην οποία βρίσκεται. Οι φοιτητές που δεν έχουν περιουσία αναγράφονται ως «ακτήμονες». Οι δηλώσεις περιουσίας είναι αρκετά πυκνές στις πρώτες δεκαετίες του Πανεπιστημίου. Με τα χρόνια λιγοστεύουν και από το 1888 εξαφανίζονται. Θα περίμενε κανείς αντί της περιουσίας να αναγράφεται το επάγγελμα του πατέρα. Για λόγους που δεν γνωρίζουμε όμως το Πανεπιστήμιο προτίμησε την αναγραφή της περιουσίας. Εξυπηρετούσε άραγε το στοιχείο αυτό κάποιους πρακτικούς σκοπούς, όπως, για παράδειγμα, η απαλλαγή των άπορων φοιτητών από τα δίδακτρα η η χορήγηση υποτροφιών ; Στον Κανονισμό του 1837 (άρθρο 25) αναφέρεται ότι οι φοιτητές απαλλάσσονται από τα δίδακτρα και, κατά περιστάσεις, τα τέλη εγγραφής, «οσάκις φέρουν αποδείξεις των επιτόπιων αρχών (...) περί της πενίας των». Στα σχετικά δικαιολογητικά περιλαμβάνονται: αποδεικτικό της κατάστασης η του επαγγέλματος των γονιών τους και αποδεικτικό της «ποσότητος» της περιουσίας τους, «καθόσον αύτη ειμπορεί να γνωστοποιηθή δι' εξετάσεως». Θα μπορούσε να σκεφθεί κανείς ότι η δήλωση της περιουσίας στο Μητρώο είχε κάποια σχέση με την παραπάνω διάταξη. Όπως ξέρουμε όμως, ο θεσμός των διδάκτρων δεν εφαρμόστηκε, ενώ άδηλο είναι αν το στοιχείο αυτό χρησιμοποιήθηκε για τα τέλη εγγραφής. Υπήρχε εξάλλου και ένα πρόβλημα αξιοπιστίας, αφοϋ, κατά τα φαινόμενα, η δήλωση της περιουσίας γινόταν από τους φοιτητές χωρίς την προσαγωγή κάποιων αποδεικτικών. Όπως και να έχουν τα πράγματα, η δήλωση της περιουσίας δεν φαίνεται να χρησιμοποιήθηκε από το Πανεπιστήμιο. Ήταν και παρέμεινε ένα άτυπο στοιχείο ταυτότητας των φοιτητών, γι' αυτό και η σχετική στήλη δεν συμπληρωνόταν πάντοτε και κάποια στιγμή καταργήθηκε.
Στη στήλη «ένδειξις εγγραφής» σημειώνονται τα στοιχεία του απολυτηρίου του Γυμνασίου (αύξων αριθμός, χρόνος έκδοσης κλπ.) ή άλλου σχετικού πιστοποιητικού που προσκόμισε ο φοιτητής κατά την εγγραφή του στο Πανεπιστήμιο και, στην περίπτωση που εγγραφόταν χωρίς απολυτήριο (μετά από
εξετάσεις ή με απόφαση της Συγκλήτου), η σχετική ένδειξη. Η στήλη «υπογραφή του εγγραφομένου» είναι συμπληρωμένη κανονικά μόνο στο Μητρώο της περιόδου 1886-1891- στα άλλα είναι κενή. Το όνομα του κηδεμόνα του φοιτητή συνοδεύεται πολλές φορές από την επαγγελματική του ιδιότητα. Στις παρατηρήσεις, τέλος, σημειώνονται διάφορα στοιχεία, όπως η εθνικότητα των φοιτητών, οι μετεγγραφές τους από τη μία σχολή στην άλλη, ο χρόνος που πήραν το δίπλωμα και οι αλλαγές στο επώνυμο και τον τόπο κατοικίας τους.
Εκτός από το Μητρώο φοιτητών, υπάρχει στο Αρχείο του Πανεπιστημίου

και ένα αλφαβητικό ευρετήριο με τα ονόματα των φοιτητών που γράφτηκαν στις τέσσερις πανεπιστημιακές σχολές και στο Φαρμακευτικό Σχολείο από το 1837 ως το 18966. Το ευρετήριο έχει γίνει με βάση το Μητρώο φοιτητών, άλλα τα στοιχεία που δίνει είναι συνοπτικότερα: σημειώνεται μόνο ο αριθμός Μητρώου και η χρονολογία εγγραφής των φοιτητών. Η σημασία του ευρετηρίου για την παρούσα μελέτη έγκειται στο γεγονός ότι διασώζει μαζί με τα ονόματα των φοιτητών και τα ονόματα των μαθητών του Φαρμακευτικού Σχολείου και αναπληρώνει, εν μέρει, την έλλειψη του Μητρώου του σχολείου αυτού.
Οι διπλωματούχοι του Πανεπιστημίου καταγράφονταν σε ξεχωριστό Μητρώο, το οποίο δεν μπόρεσα να εντοπίσω όταν έκανα τη σχετική έρευνα. Το κενό καλύπτεται, πάντως, από τους ονομαστικούς καταλόγους διπλωματούχων που δημοσιεύονται κάθε χρόνο στις λογοδοσίες των πρυτάνεων. Εκτός
απ' αυτούς, υπάρχουν τρεις συγκεντρωτικοί κατάλογοι διπλωματούχων, ενσωματωμένοι σε πρυτανικές λογοδοσίες, οι οποίοι επικαλύπτονται : ο πρώτος
αφορά την περίοδο 1837-1866 και οι δύο άλλοι τις περιόδους 1837-1878 και 1837-18877. Οι δύο πρώτοι κατάλογοι φαίνεται ότι αναπαράγουν ακριβώς το Μητρώο διπλωματούχων του Πανεπιστημίου και είναι πιο αξιόπιστοι από τους ετήσιους καταλόγους των πρυτανικών λογοδοσιών. Τα στοιχεία που δίνουν είναι: 1) ονοματεπώνυμο διπλωματούχου, 2) πατρίδα, 3) όνομα του πρύτανη και του κοσμήτορα κατά την αναγόρευση, 4) βαθμός πτυχίου, 5)
έτος και ημερομηνία αναγόρευσης και 6) αριθμός πτυχίου. Από τον τρίτο κατάλογο λείπουν τα στοιχεία 3, 5 και 6. Η αναγραφή των διπλωματούχων γίνεται κατά σχολές. Προηγούνται οι διδάκτορες και ακολουθούν οι τελειοδίδακτοι. Εκτός από τους διπλωματούχους των τεσσάρων σχολών, περιλαμβάνονται και οι διπλωματούχοι του Φαρμακευτικού Σχολείου. Οι παραπάνω κατάλογοι, τους οποίους και χρησιμοποίησα στην παρούσα μελέτη, δεν καλύπτουν όλη την περίοδο που μας ενδιαφέρει (1837-1890), αφού ο τρίτος φτάνει ως το 1887. Το κενό καλύφθηκε από τους ετήσιους καταλόγους των πρυτανικών λογοδοσιών, παρότι αυτοί δεν είναι πλήρεις : δεν αναγράφονται
6. Αποτελείται από 117 φύλλα, γραμμένα και λευκά. Τα ονόματα των φοιτητών και των μαθητών του Φαρμακευτικού Σχολείου αναγράφονται αλφαβητικά κατά έτος. Σώζονται επίσης ορισμένα βιβλία «ανανεώσεως εγγραφής» των φοιτητών της περιόδου που μας ενδιαφέρει, όχι όμως σε πλήρη σειρά, γι' αυτό δεν χρησιμοποιήθηκαν.
7. Μ. Βενιζέλος, Λόγος, 1867, μέρος Β', Πίνακες, σ. 1-39· Α. Αναγνωστάκης, Λόγος, 1879, σ. 1-135· Γ. Καραμήτσας, Λόγοι, 1888, σ. 277-439. (Ο τίτλος του πρώτου και του δεύτερου καταλόγου: «Μητρώα του εν Αθήναις Εθνικού Πανεπιστημίου»).

οι πανεπιστημιακές αρχές, η ημερομηνία αναγόρευσης και ο αριθμός πτυχίου8.
Με βάση τις παραπάνω πηγές επιχειρείται στα κεφάλαια που ακολουθούν
μια ποσοτική προσέγγιση του φοιτητικού σώματος στον 19ο αιώνα9.
8. Στους διπλωματούχους περιέλαβα και ένα μικρό αριθμό φοιτητών (γύρω στους 50), οι οποίοι πέτυχαν στις διπλωματικές τους εξετάσεις αλλά δεν αναγορεύτηκαν διδάκτορες, επειδή δεν κατέθεσαν διδακτορική διατριβή (πβ. εδώ, σ. 222). Ορισμένοι από τους φοιτητές αυτούς αναγράφονται στον κατάλογο διπλωματούχων των ετών 1837-1866. Προτίμησα όμως να τους αποδελτιώσω απευθείας από τις πρυτανικές λογοδοσίες.
9. Πβ. Κώστας Λάππας, «Οι φοιτητές του Πανεπιστημίου Αθηνών στον 19ο αιώνα:
ένα πρόγραμμα έρευνας», Πρακτικά του Διεθνούς Συμποσίου, Ιστορικότητα της παιδικής ηλικίας και της νεότητας, Ιστορικό Αρχείο Ελληνικής Νεολαίας, τ. Β', Αθήνα 1986, σ. 473-478.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'
ΕΓΓΡΑΦΕΣ ΚΑΙ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΦΟΙΤΗΤΩΝ Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΩΝ ΕΓΓΡΑΦΩΝ
Στην περίοδο 1837-1890/1 εγγράφονται στις τέσσερις πανεπιστημιακές σχολές 16.825 φοιτητές1, ενώ στο Φαρμακευτικό Σχολείο 682: συνολικά, 17.507 φοιτητές (βλ. Πίν. 8). Ο αριθμός των εγγραφών όμως δεν αντιστοιχεί απολύτως στον αριθμό των εγγεγραμμένων. Όπως θα έχουμε την ευκαιρία να δούμε και παρακάτω, ορισμένοι φοιτητές έχουν κάνει δύο εγγραφές : μία πρώτη στο Φαρμακευτικό Σχολείο, που είχε, όπως είπαμε, δικό του Μητρώο, και μία δεύτερη σε άλλη πανεπιστημιακή σχολή (κυρίως στην Ιατρική), και αντιστρόφως. Ο αριθμός των διπλών εγγραφών είναι δύσκολο να εξακριβωθεί, διότι προϋποθέτει την ταύτιση των ονομάτων, η οποία δεν είναι εύκολη λόγω των συνωνυμιών και της μεγάλης συχνά χρονικής απόστασης που μεσολαβεί ανάμεσα στις δύο εγγραφές. Στο Μητρώο φοιτητών σημειώνονται 46 διπλές
εγγραφές. Φαίνεται όμως ότι ο αριθμός τους ήταν διπλάσιος.
Ας σημειωθεί, επίσης, ότι στο τέλος της περιόδου που εξετάζουμε σημειώνεται μια σημαντική αλλαγή στη συγκρότηση του φοιτητικού σώματος : το 1890/91, όπως αναφέρθηκε ήδη, εγγράφεται στη Φιλοσοφική Σχολή η πρώτη φοιτήτρια, ανοίγοντας τον δρόμο για την είσοδο των γυναικών στο Πανεπιστήμιο. Δύο χρόνια αργότερα (1892/93) εγγράφονται τέσσερις φοιτήτριες, δύο στη Φιλοσοφική και δύο στην Ιατρική, το 1894/95 μία (στην Ιατρική) και το 1895/96 επτά (τρεις στη Φιλοσοφική, τρεις στην Ιατρική και μία στο Φαρμακευτικό Σχολείο). Οι εγγραφές θα συνεχιστούν με χαμηλό ρυθμό και στα
επόμενα χρόνια, έτσι ώστε ως τα τέλη του αιώνα θα έχουν γραφτεί συνολικά 20 φοιτήτριες: 13 στη Φιλοσοφική (8 στο φιλολογικό τμήμα, 4 στο μαθηματικό και 1 στο φυσικό), 8 στην Ιατρική και 1 στο Φαρμακευτικό Σχολείο2.
1. Ο πίνακας των εγγεγραμμένων φοιτητών, που δημοσιεύεται στον τόμο Τα κατά την εβδομηκοστήν πέμπτην αμφιετηρίδα της ιδρύσεως του Εθνικού Πανεπιστημίου, ό.π., δίνει για την περίοδο 1837-1890/1 16.840 φοιτητές, αντί 16.825.
2. Τα παραπάνω στατιστικά στοιχεία προέρχονται από τη μελέτη της Σιδηρούλας

ΠΙΝΑΚΑΣ 8
Εγγραφές φοιτητών κατά έτη και σχολές
Εγγραφές φοιτητών κατά έτη και σχολές
Έτος |
Θεολογική |
Νομική |
Ιατρική |
Φιλοσοφική |
Φαρμακευτ. — |
Σύνολο |
1837/8 |
7 |
22 |
5 |
18 |
52 | |
1838/9 |
2 |
10 |
16 |
15 |
43 | |
1839/0 |
1 |
6 |
5 |
7 |
5 |
24 |
1840/1 |
5 |
17 |
7 |
6 |
5 |
40 |
1841/2 |
7 |
14 |
13 |
12 |
10 |
56 |
1842/3 |
2 |
14 |
21 |
13 |
4 |
54 |
1843/4 |
3 |
13 |
33 |
12 |
12 |
73 |
1844/5 |
13 |
28 |
35 |
10 |
86 | |
1845/6 |
5 |
19 |
52 |
39 |
4 |
119 |
1846/7 |
1 |
25 |
47 |
19 |
4 |
96 |
1847/8 |
2 |
34 |
61 |
26 |
11 |
134 |
1848/9 |
8 |
31 |
62 |
23 |
7 |
131 |
1849/0 |
7 |
27 |
62 |
29 |
9 |
134 |
1850/1 |
1 |
30 |
81 |
28 |
9 |
149 |
1851/2 |
6 |
43 |
106 |
29 |
18 |
202 |
1852/3 |
9 |
67 |
90 |
49 |
13 |
228 |
1853/4 |
9 |
77 |
73 |
21 |
16 |
196 |
1854/5 |
4 |
65 |
46 |
29 |
24 |
168 |
1855/6 |
6 |
58 |
39 |
23 |
17 |
143 |
1856/7 |
14 |
100 |
47 |
25 |
10 |
196 |
1857/8 |
8 |
56 |
35 |
12 |
111 | |
1858/9 |
7 |
102 |
38 |
26 |
173 | |
1859/0 |
4 |
100 |
54 |
42 |
3 |
203 |
1860/1 |
11 |
127 |
43 |
44 |
8 |
233 |
1861/2 |
8 |
79 |
32 |
40 |
159 | |
1862/3 |
17 |
171 |
45 |
59 |
7 1 |
300 |
1863/4 |
10 |
174 |
76 |
77 |
19 |
356 |
1864/5 |
9 |
113 |
44 |
43 |
10 |
219 |
1865/6 |
20 |
143 |
69 |
57 |
9 |
298 |
1866/7 |
11 |
141 |
70 |
54 |
13 |
289 |
1867/8 |
14 |
148 |
82 |
51 |
9 |
304 |
1868/9 |
3 |
144 |
82 |
35 |
13 |
277 |
1869/0 |
7 |
106 |
111 |
39 |
18 |
281 |
1870/1 |
9 |
133 |
125 |
34 |
19 |
320 |
1871/2 |
6 |
102 |
109 |
52 |
15 |
284 |
1872/3 |
8 |
112 |
114 |
57 |
25 |
316 |
1873/4 |
9 |
151 |
137 |
53 |
11 |
361 |
1874/5 |
10 |
139 |
131 |
61 |
28 |
369 |
1875/6 |
10 |
140 |
122 |
95 |
5 |
372 |
1876/7 |
8 |
176 |
147 |
116 |
5 |
452 |
1877/8 |
15 |
163 |
150 |
83 |
15 |
426 |

Έτος |
Θεολογική |
Νομική |
Ιατρική |
Φιλοσοφική |
Φαρμακευτ. |
— |
Σύνολο |
1878/9 |
18 |
207 |
146 |
99 |
9 |
479 | |
1879/0 |
8 |
264 |
189 |
109 |
4 |
574 | |
1880/1 |
11 |
265 |
181 |
94 |
10 |
561 | |
1881/2 |
15 |
315 |
187 |
101 |
17 |
635 | |
1882/3 |
6 |
338 |
173 |
129 |
11 |
1 |
658 |
1883/4 |
8 |
314 |
198 |
135 |
11 |
2 |
668 |
1884/5 |
7 |
301 |
141 |
122 |
12 |
1 |
584 |
1885/6 |
6 |
328 |
223 |
133 |
10 |
6 |
706 |
1886/7 |
10 |
345 |
200 |
153 |
31 |
739 | |
1887/8 |
10 |
350 |
210 |
172 |
30 |
772 | |
1888/9 |
5 |
391 |
202 |
191 |
40 |
2 |
831 |
1889/0 |
10 |
391 |
206 |
239 |
29 |
4 |
879 |
1890/1 |
17 |
428 |
250 |
249 |
48 |
2 |
994 |
1837-1890/1 434 |
7.642 |
5.216 |
3.514 |
682 |
19 |
17.507 | |
1891/2 |
11 |
427 |
282 |
257 |
46 |
1.023 | |
1892/3 |
11 |
288 |
207 |
134 |
25 |
665 | |
1893/4 |
16 |
441 |
316 |
139 |
44 |
956 | |
1894/5 |
5 |
449 |
291 |
156 |
18 |
919 | |
1895/6 |
18 |
567 |
298 |
116 |
59 |
1.058 | |
1896/7 |
14 |
461 |
265 |
99 |
49 |
888 | |
1897/8 |
24 |
309 |
194 |
71 |
30 |
628 | |
1898/9 |
17 |
342 |
201 |
81 |
28 |
669 | |
1899/0 |
23 |
388 |
184 |
69 |
33 |
697 | |
1900/1 |
14 |
337 |
130 |
102 |
19 |
602 | |
1837-1900/1 587 |
11.651 |
7.584 |
4.738 |
1.033 |
19 |
25.612 |
Πηγές: Μητρώο φοιτητών (1837-1890/1) και Τα κατά την εβδομηκοστήν πέμπτην αμφιετηρίδα, ό.π., σ. 367 (για την περίοδο 1891/2-1900/1)· από την τελευταία πηγή προέρχονται και οι εγγραφές στο Φαρμακευτικό Σχολείο.

Πρόκειται κυρίως για κόρες αστικών οικογενειών, οι οποίες, ξεπερνώντας ποικίλες δυσκολίες και προβλήματα, στα οποία αναφερθήκαμε ήδη, αρχίζουν από την εποχή αυτή να διεκδικούν μια θέση στον χώρο της πανεπιστημιακής
εκπαίδευσης. Οι σχολές που συγκεντρώνουν τις προτιμήσεις τους είναι, όπως βλέπουμε, η Φιλοσοφική και η Ιατρική: δύο σχολές που οδηγούν σε επαγγέλματα που θεωρούνται ότι προσιδιάζουν περισσότερο στη φύση, τα «χαρίσματα» και τις δεξιότητες της γυναίκας. Ανάλογες τάσεις παρατηρούνται και στα ξένα Πανεπιστήμια. Έτσι, στη Γερμανία το 1913/14 οι μισές φοιτήτριες (52%) σπουδάζουν φιλολογία, 23% ιατρική, 17% φυσικομαθηματικές επιστήμες και 4% νομικά. Παρόμοια είναι η κατανομή των φοιτητριών και στη Γαλλία3.
Μια γενική διαπίστωση που προκύπτει από τη μελέτη των εγγραφών στα χρόνια 1837-1890/1 είναι η ανοδική πορεία τους (Πίν. 8 και Διάγρ. 1). Στον πρώτο χρόνο λειτουργίας του Πανεπιστημίου εγγράφονται 52 φοιτητές. Στα αμέσως επόμενα χρόνια ο αριθμός των εγγραφών εμφανίζει μια κάμψη -φυσιολογική, θα λέγαμε, καθώς τα πράγματα ήταν ακόμη ρευστά- και κατόπιν οι εγγραφές αρχίζουν να αυξάνονται. Στη δεκαετία του 1840 εγγράφονται 923 φοιτητές. Στη δεκαετία του 1850 σημειώνεται μια αύξηση της τάξης του 91,5%, σε σχέση με την προηγούμενη, ενώ στις δύο επόμενες δεκαετίες (του 1860 και 1870) η αύξηση είναι 53,6% και 45,5%, αντίστοιχα, σε σχέση πάντα με την
αμέσως προηγούμενη. Πολύ μεγαλύτερη είναι η άνοδος στη δεκαετία του 1880, όπου οι εγγραφές αυξάνονται κατά 78,1% σε σχέση με τη δεκαετία του 1870 και φτάνουν, θα λέγαμε, σε οριακό σημείο, καθώς από τις αρχές της επόμενης δεκαετίας η ανοδική τάση μειώνεται.
Αυτή είναι η γενική εικόνα των εγγραφών. Ας δούμε όμως τα πράγματα από πιο κοντά. Όπως παρατηρήσαμε ήδη, η ανοδική τάση των εγγραφών δεν είναι ίδια σε όλη την περίοδο που εξετάζουμε. ιδιαίτερα στις πρώτες και την τελευταία δεκαετία του αιώνα, ο αριθμός των εγγραφών παρουσιάζει αξιοσημείωτες διακυμάνσεις. Η πρώτη σοβαρή κάμψη των εγγραφών σημειώνεται στα μέσα της δεκαετίας του 1850. Το 1852/53 είχαν γραφτεί στο Πανεπιστήμιο 228 φοιτητές. Στα αμέσως επόμενα χρόνια ο αριθμός τους μειώνεται σταδιακά και πέφτει το 1855/56 στους 143. Η κάμψη αυτή οφείλεται σε συγκυ-
Ζιώγου-Καραστεργίου, «Προ των Προπυλαίων: Η εξέλιξη της ανώτατης εκπαίδευσης των γυναικών στην Ελλάδα», Εκπαίδευση και φύλο. Ιστορική διάσταση και σύγχρονος προβληματισμός, επιμ. Β. Δεληγιάννη και Σ. Ζιώγου, Θεσσαλονίκη, Βάνιας, 1994, σ. 365.
3. Michèle Tournier, L'accès des femmes aux études universitaires en France et en Allemagne (1861-1967), Contribution a l'étude de l'enseignement féminin en France et en Allemagne durant ces 100 dernières années, Thèse de 3ème cycle, Παρίσι 1972, σ. 54,67.

συγκυριακούς λόγους. Η όξυνση των ελληνοτουρκικών σχέσεων που προκάλεσε ο Κριμαϊκός πόλεμος και ιδιαίτερα η εμφάνιση της χολέρας στην πρωτεύουσα,
εξαιτίας της οποίας έκλεισε το Πανεπιστήμιο για τρεις μήνες, στις αρχές του
ακαδημαϊκού έτους 1854/554, εμπόδισαν αρκετούς μαθητές, ομογενείς κυρίως, να έρθουν στην Αθήνα για να εγγραφούν στο Πανεπιστήμιο5. Στα επόμενα χρόνια οι εγγραφές ξαναβρίσκουν σταδιακά τον κανονικό ρυθμό τους.
Μια άλλη ενδιαφέρουσα κάμψη σημειώνεται το 1861/62, οπότε οι εγγραφές από 233 που ήταν το προηγούμενο έτος πέφτουν στις 158. Τους λόγους της μείωσης αυτής πρέπει να τους αναζητήσουμε μάλλον στο ταραγμένο πολιτικό και κοινωνικό κλίμα της εποχής. Το 1861 το αντιοθωνικό κίνημα βρίσκεται σε έξαρση και επηρεάζει αρνητικά την προσέλευση στο Πανεπιστήμιο. Το αντίθετο ακριβώς φαινόμενο παρατηρείται αμέσως μετά την έξωση του Όθωνα. Το 1862/63 οι εγγραφές διπλασιάζονται σχεδόν, φτάνοντας τις 301,
ενώ το επόμενο έτος ανεβαίνουν ακόμη ψηλότερα (356). Η μεγάλη αύξηση των εγγραφών στα δύο αυτά χρόνια είχε στενή σχέση με την πολιτική αλλαγή του 1862 : με τις αισιόδοξες προοπτικές που δημιούργησε η έξωση του Όθωνα αλλά και με την αίγλη που απέκτησε το Πανεπιστήμιο με την πραγματική και συμβολική συμμετοχή του στο αντιδυναστικό κίνημα, για την οποία θα μιλήσουμε παρακάτω. Τον συγκυριακό χαρακτήρα της μεγάλης συρροής μαθητών στο Πανεπιστήμιο δείχνει και το γεγονός ότι στα επόμενα χρόνια ο ρυθμός αύξησης των εγγραφών μειώνεται, ξαναγυρίζοντας στα παλαιότερα επίπεδα. Μπορούμε να πούμε ωστόσο ότι η αύξηση των φοιτητών στη διετία 1862-1864 προεξαγγέλλει τις αλλαγές που θα σημειωθούν στα επόμενα χρόνια. Από τις αρχές της δεκαετίας του 1870 ο ρυθμός των εγγραφών ακολουθεί μια νέα, ταχύτερη, ανοδική πορεία, η οποία θα διαρκέσει είκοσι περίπου χρόνια.
Σχολιάζοντας το 1873 ο πρύτανης Ευθ. Καστόρχης την αιφνίδια αύξηση των φοιτητών θα εκφράσει αμφιβολίες για το αν τα «τοιαύτα πηδήματα» είναι
ενδεικτικά της «φιλομάθειας» των νέων. Οι αιτίες, υποστηρίζει, πρέπει να αναζητηθούν αλλού: στις «ανώμαλες» πολιτικές συνθήκες που διαμορφώθηκαν μετά την έξωση του Όθωνα και, κυρίως, στη σπουδή των νέων «όπως όσον τα-
4. Κ. Κοντογόνης-Ι. Ολύμπιος, Λόγοι, 1856, σ. 3.
5. Αναφερόμενος στη μείωση των φοιτητών ο πρύτανης I. Ολύμπιος σημειώνει το 1856: «... αι προηγηθείσαι και εισέτι τότε υπάρχουσαι δειναί του πολέμου, ουχ ήττον δε και της χολέρας προς ταις αρχαίς του ακαδημαϊκού έτους κατά την Ακαρνανίαν και
αλλαχού της Ευρώπης ενσκηψάσης, περιπέτειαι, πολλών την εις το ημέτερον πανεπιστήμιον φοίτησιν μη επιτρέψασαι, δικαιολογούν απολύτως το ελάσσωμα τούτο» (I. Ολύμπιος, Λόγος, 1857, σ. 4).

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 1 Εγγραφές φοιτητών κατά έτος (βλ. Πίν. 8)
τάχιον διέλθωσιν (...) τας της παιδείας βαθμίδας, αποκτήσωσι τα παρά του νόμου απαιτούμενα προσόντα και δι' αυτών εισπηδήσωσι ταχύτερον εις τας της πολιτείας θέσεις, οιαδήποτε και αν ήναι η τούτων επιστημονική ικανότης»6. Η ερμηνεία αυτή, μολονότι συνδέει σωστά την αύξηση του φοιτητικού πληθυσμού με το 1862, δεν αρκεί όμως να εξηγήσει τη μεγάλη έλξη που ασκούν οι πανεπιστημιακές σπουδές στη νεολαία. Πρόκειται για ένα φαινόμενο, τις αιτίες του οποίου πρέπει να αναζητήσουμε όχι μόνο στις πολιτικές εξελίξεις αλλά και στις κοινωνικές αλλαγές που συντελούνται την εποχή αυτή στην Ελλάδα με την αύξηση του αστικού πληθυσμού και την ανάπτυξη της εκπαίδευσης7.
6. Ε. Καστόρχης, Τα κατά την πρυτανείαν, 1873, σ. 13-15.
7. Η αύξηση του αριθμού των φοιτητών από τη δεκαετία του 1870 δεν είναι ελληνικό μόνο φαινόμενο- μια παρόμοια άνοδος των εγγραφών σημειώνεται την ίδια εποχή και σε άλλα ευρωπαϊκά Πανεπιστήμια. Βλ. Κ. Η. Jarausch, Students, Society, and Politics in Imperial Germany. The Rise of Academic Illiberalism, Princeton, New Jersey, 1982, a. 136.

Η ανοδική τάση των φοιτητών σημειώνει μια ξαφνική κάμψη στις αρχές της δεκαετίας του 1890. Η κάμψη αυτή ήταν αποτέλεσμα των εκπαιδευτικών τελών που επιβλήθηκαν, όπως ξέρουμε, στους φοιτητές το 1892, ανεβάζοντας σε υψηλό επίπεδο το κόστος σπουδών, αλλά και της οικονομικής κρίσης της
εποχής. Οι συνθήκες αυτές εμπόδισαν ένα σημαντικό αριθμό μαθητών, που προέρχονταν κυρίως από χαμηλά κοινωνικά στρώματα, να εγγραφούν στο Πανεπιστήμιο η να συνεχίσουν τις σπουδές τους8. Πραγματικά μέσα σε ένα χρόνο (από το 1891/92 στο 1892/93) οι εγγραφές μειώθηκαν κατά 35% και η πτώση συνεχίστηκε και στα αμέσως επόμενα χρόνια. Μια δεύτερη κάμψη σημειώνεται μετά το 1897, αλλά από τις αρχές του 20ού αιώνα οι εγγραφές ξαναβρίσκουν τον ανοδικό ρυθμό τους.
ΤΟΠΟΣ ΚΑΤΑΓΩΓΗΣ
Μετά από τις γενικές αυτές παρατηρήσεις, ας δούμε ποιά είναι η γεωγραφική προέλευση των φοιτητών. Θα πρέπει να σημειώσουμε από την αρχή ότι η μελέτη της γεωγραφικής προέλευσης προσκρούει σε ορισμένα εμπόδια, που οφείλονται στον ανομοιόμορφο τρόπο με τον οποίο δηλώνεται ο τόπος καταγωγής και σε ορισμένες ασάφειες σχετικά με την έννοια της πατρίδας. Όπως αναφέραμε ήδη, οι εγγραφόμενοι φοιτητές δηλώνουν ως τόπο καταγωγής άλλοτε την ιδιαίτερη πατρίδα τους (χωριό η πόλη) και άλλοτε την περιοχή στην οποία αυτή ανήκει (επαρχία, νομός η ευρύτερη γεωγραφική περιφέρεια). Το πρώτο πρόβλημα που τίθεται αφορά την έννοια της πατρίδας : το αν, δηλαδή, οι φοιτητές δηλώνουν ως πατρίδα τους τον τόπο όπου γεννήθηκαν η τον τόπο στον οποίο εγκαταστάθηκαν κάποια στιγμή με την οικογένειά τους. Το πρόβλημα αυτό παρουσιάζεται κυρίως στις περιπτώσεις που ο τόπος καταγωγής είναι ένα αστικό κέντρο με πληθυσμό ποικίλης προελεύσεως, όπως, για παράδειγμα, η Αθήνα και η Ερμούπολη. Κατά κανόνα ο τόπος που δηλώνεται από τους φοιτητές είναι ο τόπος στον οποίο γεννήθηκαν. Όχι σπάνια όμως δηλώνεται ως πατρίδα και ο τόπος εγκατάστασης, όταν αυτοί έχουν εγκαταλείψει από χρόνια, οικογενειακώς, το μέρος όπου γεννήθηκαν και έχουν μονιμοποιήσει την εγκατάστασή τους στη νέα πατρίδα.
8. Παρόμοια κάμψη παρουσιάζεται την ίδια εποχή και στον αριθμό των μαθητών των Γυμνασίων, λόγω της επιβολής υψηλών εκπαιδευτικών τελών και στη μέση εκπαίδευση. Βλ. ενδεικτικά Πέπη Γ. Γαβαλά, Κοινωνία και εκπαίδευση (Λακωνία, τέλη 19ουαρχές 20ού αιώνα), Αθήνα 2002, σ. 199, 215-216.

Προβλήματα δημιουργεί επίσης και η ασαφής δήλωση του τόπου καταγωγής. Εκείνοι που δηλώνουν με σχετική ακρίβεια την προέλευσή τους είναι οι φοιτητές από το ελληνικό κράτος. Αντίθετα, οι αλλοδαποί αρκούνται πολλές φορές στη δήλωση της ευρύτερης περιφέρειας στην οποία ανήκει ο τόπος καταγωγής τους. Για παράδειγμα, οι φοιτητές που προέρχονται από την Ήπειρο δηλώνουν ως τόπο καταγωγής σε ένα ποσοστό γύρω στο 28% όχι το χωριό η την πόλη όπου γεννήθηκαν αλλά γενικά την Ήπειρο. Πολλοί είναι επίσης εκείνοι που δηλώνουν Ιωάννινα. Είναι αμφίβολο όμως αν κατάγονται πάντα από την πόλη των Ιωαννίνων η από χωριά της περιοχής. Ανάλογα προβλήματα ανακύπτουν και σχετικά με τους ημεδαπούς φοιτητές που δηλώνουν ως πατρίδα τους αστικά κέντρα του ελληνικού κράτους. Όλα αυτά δείχνουν πόσο δύσκολο είναι να γίνει μια ακριβής γεωγραφική κατανομή των φοιτητών και να διερευνηθεί ο βαθμός συμμετοχής των διαφόρων πληθυσμιακών συνόλων (αστικά κέντρα, επαρχίες κλπ.) στην πανεπιστημιακή εκπαίδευση.
Μια πρώτη γεωγραφική ταξινόμηση των φοιτητών μας δίνει ο Πίν. 9. Οι φοιτητές διακρίνονται εδώ σε δύο μεγάλες κατηγορίες : στους καταγόμενους από περιοχές του ελληνικού κράτους (ημεδαποί) και σ' εκείνους που προέρχονται από το εξωτερικό (αλλοδαποί). Αν και οι φοιτητές της δεύτερης ομάδας ανήκουν κυρίως στην κατηγορία των «ομογενών», θεωρούμε προτιμότερο εδώ τον όρο αλλοδαποί, που χρησιμοποιείται άλλωστε και από τις πανεπιστημιακές πηγές, διότι αποδίδει ακριβέστερα την πραγματικότητα. Με βάση την κατηγοριοποίηση αυτή, οι τόποι καταγωγής των φοιτητών κατατάσσονται σε δύο ενότητες. Η πρώτη περιλαμβάνει τα διάφορα διαμερίσματα του ελληνικού κράτους, ενώ η δεύτερη τα Επτάνησα (ως το 1863), περιοχές της οθωμανικής αυτοκρατορίας και άλλες χώρες. Τα Επτάνησα, όπως και η Θεσσαλία με την περιοχή της Άρτας, εντάσσονται και στην πρώτη και στη δεύτερη ενότητα, με τομές το 1864 και 1881, αντίστοιχα, οπότε ενσωματώνονται στο ελληνικό κράτος.
Απαραίτητη είναι μια ακόμη διευκρίνιση. Ο όρος Θεσσαλία, για την περίοδο πριν από το 1881, όπως και οι όροι Ήπειρος, Μακεδονία και Θράκη, χρησιμοποιούνται εδώ συμβατικά. Όπως είναι γνωστό, οι περιοχές αυτές στην περίοδο της Τουρκοκρατίας κατελάμβαναν ένα γεωγραφικό χώρο με ασαφή και διαφορετικά κατά εποχές όρια, και δεν αποτελούσαν διοικητικές ενότητες . Είναι απαραίτητο, επομένως, να προσδιορίσουμε, συμβατικά έστω, το γεωγραφικό εύρος τους με βάση τη σύγχρονη διοικητική ονοματολογία. Σύμφωνα με τη διοικητική διαίρεση του οθωμανικού κράτους που εξαγγέλθηκε

ΠΙΝΑΚΑΣ 9
Γεωγραφική προέλευση φοιτητών
Γεωγραφική προέλευση φοιτητών
Περιοχές |
1837-52 |
1853-63 |
1864-70 |
1871-80 |
1881-90 |
Σύνολο |
Πελοπόννησος |
356 |
795 |
813 |
1.370 |
2.365 |
5.699 |
Στερεά Ελλάδα |
171 |
428 |
451 |
877 |
1.592 |
3.519 |
Κυκλάδες |
95 |
139 |
97 |
303 |
465 |
1.099 |
Επτάνησα (1864-90) |
101 |
264 |
509 |
874 | ||
Θεσσαλία-Άρτα (1881-90) |
320 |
320 | ||||
Χωρίς τόπο |
1 |
16 |
17 | |||
Σύνολο |
623 |
1.362 |
1.462 |
2.814 |
5.267 |
11.528 |
Επτάνησα (1837-63) |
168 |
118 |
286 | |||
Θεσσαλία (1837-80)* |
83 |
79 |
62 |
143 |
6 |
373 |
Ήπειρος |
141 |
128 |
74 |
210 |
324 |
877 |
Μακεδονία |
78 |
69 |
62 |
190 |
311 |
710 |
Θράκη |
123 |
82 |
64 |
163 |
263 |
695 |
Νησιά Αιγαίου |
102 |
108 |
85 |
224 |
362 |
881 |
Κρήτη |
53 |
72 |
37 |
134 |
319 |
615 |
Κύπρος |
5 |
13 |
3 |
10 |
27 |
58 |
Μικρά Ασία |
88 |
66 |
37 |
142 |
294 |
627 |
Συρία-Παλαιστίνη |
2 |
1 |
2 |
4 |
9 | |
Αίγυπτος |
1 |
3 |
6 |
17 |
27 | |
Σερβία |
3 |
1 |
1 |
5 | ||
Ρουμανία |
10 |
20 |
4 |
19 |
9 |
62 |
Αύστροουγγαρία |
5 |
5 |
6 |
16 | ||
Ρωσία |
9 |
5 |
3 |
4 |
21 | |
Ιταλία |
4 |
2 |
3 |
9 | ||
Γαλλία |
2 |
1 |
1 |
4 | ||
Γερμανία |
2 |
2 |
1 |
5 | ||
Αγγλία |
2 |
5 |
7 | |||
Σουηδία |
1 |
1 |
2 | |||
Αμερική |
1 |
4 |
5 | |||
Χωρίς τόπο |
1 |
1 |
2 | |||
Σύνολο |
876 |
772 |
435 |
1.253 |
1.960 |
5.296 |
Χωρίς τόπο |
1 |
1 | ||||
Γενικό σύνολο |
1.500 |
2.134 |
1.897 |
4.067 |
7.227 |
16.825 |
Πηγή: βλ. Π£ν. 8. * Για τις περιοχές της Θεσσαλίας που δεν ενσωματώθηκαν στο ελληνικό κράτος το 1881 τα χρονικά όρια είναι 1837-1890.

το 1864 και εφαρμόστηκε στα επόμενα χρόνια, οι περιοχές που μας ενδιαφέρουν εδώ (Ήπειρος, Θεσσαλία, Μακεδονία και Θράκη) περιλαμβάνονται στα βιλαέτια των Ιωαννίνων, της Θεσσαλονίκης, του Μοναστηρίου και της Αδριανούπολης. Με βάση τη διοικητική διαίρεση που ίσχυε περί τα μέσα της δεκαετίας του 18709, το βιλαέτι των Ιωαννίνων αποτελείται από πέντε σαντζάκια: των Ιωαννίνων, της Πρέβεζας, του Αργυροκάστρου, του Μπερατίου και των Τρικάλων. Συμβατικά, η περιοχή που ονομάζουμε εδώ Ήπειρος ταυτίζεται με τα τέσσερα πρώτα σαντζάκια. Το πέμπτο, των Τρικάλων, το οποίο το 1881 ενσωματώθηκε στο ελληνικό κράτος, ταυτίζεται συμβατικά με τη Θεσσαλία. Αντίστοιχα, ως Θράκη εννοούμε την περιοχή που ανηκε στο βιλαέτι της Αδριανούπολης (σαντζάκια Αδριανούπολης, Φιλιππούπολης, Καλλίπολης, Ραιδεστού και Σιλίμνου) και στην περιφέρεια της Κωνσταντινούπολης. Σχετικά, τέλος, με τον όρο Μακεδονία, οι φοιτητές που τοποθετούνται συμβατικά στην περιοχή αυτή προέρχονται κυρίως από το βιλαέτι της Θεσσαλονίκης (σαντζάκια Θεσσαλονίκης, Σερρών, Δράμας) και από το σαντζάκι του Μοναστηρίου, που ανήκε στο ομώνυμο βιλαέτι.
Για πρακτικούς λόγους όμως έγιναν εδώ ορισμένες προσαρμογές. Οι φοιτητές από την περιοχή της Ελασσόνας, που ανήκε στο σαντζάκι των Τρικάλων, περιλαμβάνονται στους Θεσσαλούς σε όλη την περίοδο που εξετάζουμε, παρότι η περιοχή αυτή μετά το 1881 εμεινε έξω από το ελληνικό κράτος και
αποτέλεσε μέρος του σαντζακίου των Σερβίων, το οποίο από το 1888 ενσωματώθηκε στο βιλαέτι του Μοναστηρίου10. Επίσης, οι φοιτητές από την περιοχή των Γρεβενών, η οποία ανήκε ως το 1881 στο σαντζάκι των Ιωαννίνων, περιλαμβάνονται στους Ηπειρώτες, παρότι και η περιοχή αυτή μετά το 1881
αποτέλεσε τμήμα του σαντζακίου των Σερβίων, το οποίο από το 1888 ενσωματώθηκε, όπως είπαμε, στο βιλαέτι του Μοναστηρίου11. Τέλος, στη Θράκη περιελήφθησαν γύρω στους 50 φοιτητές που προέρχονται από την περιοχή της Βάρνας (βιλαέτι του Δούναβη), ενώ στη Μακεδονία και την Ήπειρο, αντί-
9. Βλ. Kemal Η. Karpat, Ottoman population, 1830-1914: demographic and social characteristics, Madison, Wis., University of Wisconsin Press, 1985, σ. 118-121 και J. H. Ubicini, État présent de l'empire ottoman, Παρίσι 1876, σ. 91 κ.εξ. Πβ. Δημήτριος Νικολαΐδης, Οθωμανικοί Κώδηκες, ήτοι συλλογή των iv ενεργείφ νόμων, κανονισμών, διαταγμάτων και οδηγιών της οθωμανικής αυτοκρατορίας, Κωνσταντινούπολη 1869, σ. 86 κ.εξ., όπου η διοικητική διαίρεση της αύτοκρατορίας το 1869.
10. Μιχάλης Κοκολάκης, Το ύστερο Γιαννιώτικο Πασαλίκι. Χώρος, διοίκηση και πληθυσμός στην Τουρκοκρατούμενη Ήπειρο (1820-1913), Αθήνα, ΚΝΕ/ΕΙΕ, 2003, σ. 158.
11. Στο ίδιο.

αντίστοιχα, λίγοι φοιτητές από το Ελμπασάν (βιλαέτι Μοναστηρίου) και την περιοχή Δυρραχίου (βιλαέτι Σκόδρας).
Η πρώτη γενική διαπίστωση που προκύπτει από τον Πίν. 9 είναι η άνιση
αντιπροσώπευση των ημεδαπών και αλλοδαπών φοιτητών. Συγκεκριμένα, οι φοιτητές που προέρχονται από περιοχές του ελληνικού κράτους αποτελούν
συνολικά στην περίοδο που εξετάζουμε το 68,5%, ενώ οι αλλοδαποί το 31,5%. Όπως έχουμε παρατηρήσει όμως, η σχέση ημεδαπών και αλλοδαπών δεν είναι η ίδια σε όλον τον 19ο αιώνα. Από την ίδρυση του Πανεπιστημίου ως τις αρχές της δεκαετίας του 1850 οι αλλοδαποί φοιτητές υπερτερούσαν, αντιπροσωπεύοντας το 58,5% του φοιτητικού σώματος, έναντι 41,5% των ημεδαπών. Η
αριθμητική υπεροχή τους όμως ήταν προσωρινή. Από τα μέσα του αιώνα τα πράγματα αλλάζουν, καθώς ο ρυθμός αύξησης των εγγραφών των ημεδαπών φοιτητών είναι πολύ υψηλότερος από αυτόν των αλλοδαπών. Έτσι, στην περίοδο από το 1853 ως το 1870 οι ημεδαποί φοιτητές αποτελούν το 70%. Το ίδιο και στη δεκαετία του 1870, ενώ στη δεκαετία του 1880 το ποσοστό αυξάνεται σε 73%.
Η αριθμητική υπεροχή των ημεδαπών φοιτητών οφείλεται σε διάφορους λόγους. Κατ' αρχήν πρέπει να λάβουμε υπόψη μας τους περιορισμούς που υφίσταται ο όρος «αλλοδαποί» στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα. Με την
ενσωμάτωση των Επτανήσων και της Θεσσαλίας-Άρτας στην Ελλάδα οι φοιτητές των περιοχών αυτών λογαριάζονται πλέον ως ημεδαποί, πράγμα που αυξάνει την αντιπροσώπευση της ομάδας αυτής στο Πανεπιστήμιο. Δεν είναι όμως μόνο αυτός ο λόγος. Η αριθμητική υπεροχή των ημεδαπών ήταν κυρίως
αποτέλεσμα της βελτίωσης των κοινωνικών και εκπαιδευτικών συνθηκών στο ελληνικό κράτος. Στο δεύτερο μισό του αιώνα η πρωτοβάθμια και μάλιστα η δευτεροβάθμια εκπαίδευση, που συνδέεται άμεσα με το Πανεπιστήμιο, επεκτείνεται σταδιακά σε ολόκληρη τη χώρα και η παιδεία αναδεικνύεται σε κοινωνική επένδυση, ωθώντας όλο και περισσότερους μαθητές στο να συνεχίζουν τις σπουδές τους ως το Πανεπιστήμιο. Μια βελτίωση των συνθηκών σημειώνεται την ίδια εποχή και στον έξω ελληνισμό, αλλά αυτή είναι πολύ μικρότερη από. εκείνη του ελληνικού κράτους. Όπως και να έχουν τα πράγματα, οι δυνατότητες πρόσβασης στην ανώτερη εκπαίδευση ήταν σαφώς ευνοϊκότερες για τους πολίτες του ελληνικού κράτους παρά για τους αλλοδαπούς, οι οποίοι από το 1863 είχαν να αντιμετωπίσουν και κάποιες δυσκολίες στην εισαγωγή τους στο Πανεπιστήμιο.
Όπως έχουμε πει, ως το 1863 οι αλλοδαποί μαθητές εγγράφονταν χωρίς
απολυτήριο Γυμνασίου, μετά από τυπικές εξετάσεις, γεγονός που διευκόλυνε

την προσέλευσή τους στο Πανεπιστήμιο. Από το 1863 όμως οι αλλοδαποί όφειλαν, όπως και οι ημεδαποί, να προσκομίσουν για την εγγραφή τους απολυτήριο Γυμνασίου. Αυτό τους υποχρέωνε να έλθουν στην Ελλάδα και να φοιτήσουν για ένα μικρό η μεγάλο διάστημα σε ένα Γυμνάσιο η να δώσουν κατευθείαν απολυτήριες εξετάσεις, οι οποίες όμως ήταν αρκετά αυστηρότερες από εκείνες στις οποίες υποβάλλονταν προηγουμένως για να μπουν στο Πανεπιστήμιο. Η άλλη επιλογή που είχαν ήταν να φοιτήσουν σε κάποιο από τα λίγα Γυμνάσια του εξωτερικού που ήταν αναγνωρισμένα από το Πανεπιστήμιο ως Ισότιμα με τα ελληνικά και να πάρουν από εκεί απολυτήριο που θα τους επέτρεπε να εγγραφούν στο Πανεπιστήμιο. Όλα αυτά συνεπάγονταν όμως μια σημαντική οικονομική επιβάρυνση, την οποία δεν ήταν όλοι σε θέση να επωμισθοϋν. Είναι βέβαιο, λοιπόν, ότι η αλλαγή του 1863 λειτούργησε ανασταλτικά στην προσέλευση των αλλοδαπών μαθητών στο Πανεπιστήμιο. Αρκετοί απ' αυτούς, και ιδιαίτερα όσοι προέρχονταν από χαμηλά κοινωνικά στρώματα, βρέθηκαν σε δυσκολία να εγγραφούν στο Πανεπιστήμιο, ενώ άλλοι, που είχαν τα οικονομικά μέσα, προτίμησαν να συνεχίσουν τις σπουδές τους σε διάφορα ευρωπαϊκά Πανεπιστήμια12.
ΗΜΕΔΑΠΟΙ ΦΟΙΤΗΤΕΣ
Ας δούμε όμως αναλυτικότερα ποιά είναι η συμμετοχή των επιμέρους περιοχών στο Πανεπιστήμιο, αρχίζοντας από το ελληνικό κράτος. Όπως φαίνεται από τον Πίν. 9, το μεγαλύτερο ποσοστό φοιτητών στην περίοδο 1837-1890
έχει η Πελοπόννησος (49,4% στο σύνολο των ημεδαπών φοιτητών). Ακολουθούν η Στερεά Ελλάδα με 30,5%, οι Κυκλάδες με 9,5%, τα Επτάνησα (μετά το 1864) με 7,6% και η Θεσσαλία μαζί με την Άρτα (μετά το 1881) με 2,8%. Η κατάταξη αυτή όμως είναι συμβατική. Για να έχουμε μια ακριβέστερη
12. Την τάση των αλλοδαπών/ομογενών να σπουδάζουν σε ξένα Πανεπιστήμια
επισημαίνουν συχνά οι πρυτάνεις για να εξηγήσουν τη μειωμένη προσέλευσή τους στο
ελληνικό Πανεπιστήμιο, αλλά και για να εκφράσουν κάποιες αντιρρήσεις, υποστηρίζοντας ότι είναι απαραίτητο οι μαθητές, και περισσότερο οι ομογενείς, πριν πάνε για σπουδές στο εξωτερικό, να έχουν φοιτήσει για ορισμένα χρόνια στο ελληνικό Πανεπιστήμιο. Ο ομογενής νέος «ειμπορεί να τελειωθή αλλαχού- αλλά να στοιχειωθή οφείλει
ενταύθα, διότι ενταύθα και μόνον θέλει θηλάσει το γνήσιον του ελληνισμού γάλα» (Κ. Παπαρρηγόπουλος, Λόγος, 1874, σ. 4). Πβ. Ε. Καστόρχης, Τα κατά την πρυτανείαν, 1873, σ. 10 και G. Chassiotis, L'instruction publique chez les Grecs depuis la prise de Constantinople par les Turcs jusqu'à nos jours, Παρίσι 1881, σ. 316-317.

εικόνα θα πρέπει να λάβουμε υπόψη μας την αριθμητική σχέση φοιτητών και πληθυσμού κάθε περιοχής, καθώς και την κατανομή των φοιτητών στο εσωτερικό τους. Η σχέση φοιτητών και πληθυσμού θα μπορούσε να εξαχθεί από τη σύγκριση του πληθυσμού μιας περιοχής με τον φοιτητικό πληθυσμό της : με το σύνολο, δηλαδή, των φοιτητών που κατάγονται απ' αυτήν και σπουδάζουν σε μια δεδομένη χρονική στιγμή στο Πανεπιστήμιο. Η μέθοδος αυτή όμως δεν μπορεί να εφαρμοστεί στην περίπτωση μας, δεδομένου ότι τα στοιχεία που
έχουμε αφορούν τον τόπο καταγωγής των φοιτητών που εγγράφονται κάθε χρόνο στο Πανεπιστήμιο και όχι του φοιτητικού πληθυσμού. Εξάλλου, ο φοιτητικός πληθυσμός είναι μια έννοια αρκετά ρευστή, που προσδιορίζεται όχι μόνο από τις εγγραφές αλλά και από άλλους παράγοντες, όπως η διάρκεια των σπουδών, και από την άποψη αυτή δεν καταγράφει με ακρίβεια τη σχέση φοιτητών και πληθυσμού μιας περιοχής. Αντίθετα, ο ετήσιος αριθμός των
εγγραφών αποδίδει πιο πιστά την πραγματικότητα.
Με βάση, λοιπόν, τις εγγραφές θα προσπαθήσουμε να δούμε ποια είναι σε
επίπεδο νομού, κατά δεκαετίες, η αντιστοιχία φοιτητών και πληθυσμού. Η σύγκριση γίνεται υποχρεωτικά με τη χρήση μέσων όρων, τόσο για τον αριθμό των φοιτητών όσο και για τον πληθυσμό, και αφορά την περίοδο 1851-1890, για την οποία τα πληθυσμιακά δεδομένα είναι πιο ασφαλή. Βέβαια, η σχέση φοιτητών και πληθυσμού θα ήταν ακριβέστερη αν η αναγωγή μπορούσε να γίνει όχι στο σύνολο του πληθυσμού κάθε νομού αλλά σε ένα ορισμένο τμήμα του νεανικού πληθυσμού του. Αυτό όμως δεν είναι εύκολο, δεδομένου ότι στις
επίσημες απογραφές του 19ου αιώνα η κατανομή του νεανικού πληθυσμού κατά ηλικίες και φύλο δεν γίνεται με ομοιόμορφο τρόπο.
Από την επεξεργασία των δεδομένων (Πίν. 10) προκύπτει κατ' αρχήν ότι η
αντιπροσώπευση των διαφόρων διαμερισμάτων του ελληνικού κράτους στο Πανεπιστήμιο δεν συμπίπτει με εκείνη που μας δίνει ο Πίν. 9. Στις πρώτες θέσεις βρίσκονται οι Κυκλάδες και η Πελοπόννησος, και ακολουθούν η Στερεά Ελλάδα, τα Επτάνησα και η Θεσσαλία με την Άρτα. Η Πελοπόννησος και η Στερεά παρουσιάζουν την ίδια περίπου εξελικτική πορεία. Η πρώτη αντιπροσωπεύεται στη δεκαετία του 1850 με 10 περίπου φοιτητές τον χρόνο στους 100.000 κατοίκους και στη δεκαετία του 1880 με 30, ενώ η δεύτερη με 8 και 26 φοιτητές, αντίστοιχα. Διαφορετική είναι η εξέλιξη των Κυκλάδων. Ενώ ως τη δεκαετία του 1860 η αντιπροσώπευσή τους στο Πανεπιστήμιο ήταν σχετικά χαμηλή, στις δύο επόμενες δεκαετίες σημειώνουν αλματώδη άνοδο. Η περίπτωση των Κυκλάδων θα μας απασχολήσει χωριστά στη συνέχεια. Εκείνο που πρέπει να υπογραμμιστεί, πάντως, είναι ότι σε όλα τα διαμερίσματα

σματα του ελληνικού κράτους η συμμετοχή στην πανεπιστημιακή εκπαίδευση
εμφανίζει ανοδική τάση, που κορυφώνεται στη δεκαετία του 1880. Ο βαθμός συμμετοχής τους όμως σε επίπεδο νομών και επαρχιών είναι ποικίλος.
Όπως φαίνεται από τον Πίν. 10, τους μεγαλύτερους δείκτες αντιπροσώπευσης στο Πανεπιστήμιο έχουν στην Πελοπόννησο οι νομοί Αργολιδοκορινθίας, Αχαΐας-Ήλιδος και Αρκαδίας, αλλά με διακυμάνσεις στη διάρκεια του χρόνου. Έτσι, ενώ ο νομός Αργολιδοκορινθίας έχει την πρώτη θέση ως τα τέλη της δεκαετίας του 1870, στη δεκαετία του 1880 υποσκελίζεται από τον νομό Αχαΐας-Ήλιδος. Τη μικρότερη συμμετοχή στο Πανεπιστήμιο έχει ο νομός Μεσσηνίας. Στη Στερεά τον υψηλότερο δείκτη έχει σταθερά ο νομός Αττικοβοιωτίας και τον μικρότερο ο νομός Αιτωλοακαρνανίας, χωρίς να λείπουν και
εδώ οι εποχικές διακυμάνσεις. Αρκετές διαφοροποιήσεις υπάρχουν και στο
εσωτερικό των νομών, σε επίπεδο επαρχιών (βλ. Χάρτη, σ. 328-329). Δεν είναι εύκολο να εντοπιστούν οι παράγοντες που διαμορφώνουν τη διαφορετική συμμετοχή κάθε περιοχής στο Πανεπιστήμιο. Μια τέτοια προσπάθεια προϋποθέτει αναλυτική μελέτη της οικονομικής, κοινωνικής, δημογραφικής και εκπαιδευτικής πραγματικότητας κάθε περιοχής, πράγμα το οποίο δεν μπορεί να γίνει στο πλαίσιο αυτής της εργασίας. Θα περιοριστώ, λοιπόν, σε ορισμένες γενικές παρατηρήσεις.
Ένας από τους παράγοντες που επηρεάζουν αποφασιστικά τον εκπαιδευτικό δείκτη αποτελεί, όπως είναι γνωστό, ο βαθμός αστικής συγκέντρωσης μιας περιοχής13. Ως αστική συγκέντρωση εννοείται, συμβατικά, η παρουσία σε μια περιοχή πόλεων με πληθυσμό πάνω από 5.000 κατοίκους. Η σημασία της αστικής συγκέντρωσης για την πρόσβαση στην εκπαίδευση, και ιδιαίτερα στη μέση και την ανώτερη, είναι αυτονόητη. Η ίδια η δόμηση του αστικού χώρου, με την ανάπτυξη δραστηριοτήτων του τριτογενούς τομέα, την εκχρηματισμένη, λιγότερο η περισσότερο, οικονομία του και τη συγκέντρωση σχολείων μέσης εκπαίδευσης, προσφέρει στους κατοίκους του αυξημένες δυνατότητες και ευκαιρίες για ανώτερες σπουδές. Πραγματικά, δεν είναι τυχαίο ότι οι νομοί με τη μεγαλύτερη αστική συγκέντρωση (Αττικοβοιωτίας, Αργολιδοκορινθίας, Αχαϊοήλιδος, Κυκλάδων) είναι εκείνοι που συμμετέχουν σε μεγαλύτερο βαθμό στην πανεπιστημιακή εκπαίδευση, ενώ το αντίθετο συμβαίνει στους νομούς με χαμηλή η ανύπαρκτη αστική συγκέντρωση (Πίν. 11).
13. Πβ. Κων. Τσουκαλάς, Εξάρτηση και αναπαραγωγή. Ο κοινωνικός ρόλος των εκπαιδευτικών μηχανισμών στην Ελλάδα (1830-1922), Αθήνα, Θεμέλιο, 1977, σ. 407 κ.εξ., 418 κ.εξ.
- Πρόλογος
- Συντομογραφίες
- Μέρος πρώτο: Προς την ίδρυση του Πανεπιστημίου
- Μέρος δεύτερο: Η λειτουργία του Πανεπιστημίου
- Μέρος τρίτο: Η συγκρότηση του φοιτητικού σώματος
- Κεφάλαιο Α΄: Τα μητρώα φοιτητών και διπλωματούχων
- Κεφάλαιο Β΄: Εγγραφές και ταυτότητα των φοιτητών
- Κεφάλαιο Γ΄: Κατανομή των φοιτητών κατά σχολές
- Κεφάλαιο Δ΄: Οικονομική και κοινωνική κατάσταση των φοιτητών
- Κεφάλαιο Ε΄: Οι διπλωματούχοι του Πανεπιστημίου
- Κεφάλαιο ϛ΄: Το ζήτημα του πληθωρισμού των φοιτητών
- Μέρος τέταρτο: Κινητοποιήσεις και συλλογικές δραστηριότητες
- Επίλογος
- Παραρτήματα
- Πηγές και Βιβλιογραφία
- Εικόνες
- Κατάλογος πινάκων και διαγραμμάτων
- Κατάλογος εικόνων
- Ευρετήριο
- Summary
- 1. Πρακτικά Συμποσίου, Ιστορικότητα νεότητας, 1986
- 2. Ζιώγου, Μέση Εκπαίδευση κοριτσιών, 1986
- 3. Παπαγεωργίου, Μαθητεία στα επαγγέλματα, 1986
- 4. Τομαρά - Σιδέρης, Συγκρότηση-διαδοχή γενεών, 1986
- 5. Τσικνάκης, Nεανικός Tύπος (1915-1936), 1986
- 5α. Πανοπούλου - Τσικνάκης, Νεανικός Τύπος, 1992
- 6. Actes du Colloque, Historicité de l’ enfance ..., 1986
- 7. Da Silva, L’ historicité de l’ enfance ..., 1986
- 8. Καλαφάτη, Σχολικά κτίρια πρωτοβάθμιας εκπ., 1988
- 9. Μπακαλάκη - Ελεγμίτου, «Εις τα του οίκου», 1987
- 10. Βαρών, Νεανικός Τύπος (1941-1945), 1987
- 11. Φουρναράκη, Εκπαίδευση των κοριτσιών, 1987
- 12. Καρπόζηλου, Νεανικός Τύπος (1830-1914), 1987
- 13. Μαχαίρα, Νεολαία 4ης Αυγούστου, 1987
- 14. Κωνσταντινόπουλος, Μαθητεία ... χτιστών, 1987
- 15. Πάτσιου, «Η Διάπλασις των Παίδων», 1987
- 16. Σοφιανός, Νομικό καθεστώς νεότητας, 1988
- 17α. Αντωνίου, Προγράμματα Μ. Εκπαίδευσης, Α΄, 1987
- 17β. Αντωνίου, Προγράμματα Μ. Εκπαίδευσης, Β΄, 1988
- 17γ. Αντωνίου, Προγράμματα Μ. Εκπαίδευσης, Γ΄, 1989
- 18. Κουλούρη, Ιστορία και Γεωγραφία, 1988
- 19. Πρακτικά Συμποσίου, Πανεπιστήμιο, 1989
- 20α. Χαρίτος, Το Παρθεναγωγείο του Βόλου, Α΄, 1989
- 20β. Χαρίτος, Το Παρθεναγωγείο του Βόλου, Β΄, 1989
- 21. Σιδέρη, Έλληνες φοιτητές Πίζας, 1989-1994
- 22. Moullas, Concours poétiques, 1989
- 23. Αγγελοπούλου - Μπρούσκου, Παραμύθια, 1994
- 24. Κυρτάτας, Παιδαγωγός, 1994
- 25. Μπόμπου - Σταμάτη, Καταστατικά Πάδοβας, 1995
- 26. Angélopoulou - Brouskou, Contes Grecs, 1995
- 27. Ρηγίνος, Μορφές παιδικής εργασίας, 1995
- 28. Παπαδάκη, Το εφηβικό πρότυπο ..., 1995
- 29. Κορασίδου, Οι άθλιοι των Αθηνών, 1995
- 30. Κιουσοπούλου, Χρόνος και ηλικίες, 1997
- 31. Κόκκωνας, Μαθητές Κεντρικού Σχολείου, 1997
- 32. Κουλούρη, Αθλητισμός, 1997
- 33. Πρακτικά Συμποσίου, Χρόνοι της Ιστορίας, 1998
- 34. Αγγελοπούλου - Μπρούσκου, Παραμύθια, 1999
- 35. Δημητρόπουλος - Ολυμπίτου, Αρχείο ΕΠΟΝ, 2000
- 36. Μερτύρη, Η καλλιτεχνική εκπαίδευση, 2000
- 37. Σαλίμπα, Γυναίκες εργάτριες (1870-1922), 2002
- 38. Παπαθανασίου, Ορεινός χώρος, 2003
- 39. Λάππας, Πανεπιστήμιο και φοιτητές, 2004
- 40. Δελβερούδη, Οι νέοι στις κωμωδίες, 2004
- 41. Αγγελοπούλου κ.ά., Παραμύθια, 2004
- 42. Καραμανωλάκης, Ιστορική επιστήμη, 2006
- 43. Τσερές, Μέση Εκπαίδευση στη Λευκάδα, 2006
- 44. Αγγελοπούλου κ.ά, Παραμύθια, 2007
- 45. Κατσάπης, Κοινωνική στορία του ροκ, 2007
- 46. Κώτση, Νοσολογία παιδικών ηλικιών, 2008
- 47. Παπαθανασίου κ.ά., Νεολαία Λαμπράκη, 2008
Προηγούμενη | Επόμενη | Σελίδα: 299 |

ΚΕΦΑΛΑΙΟ A
ΤΑ ΜΗΤΡΩΑ ΦΟΙΤΗΤΩΝ ΚΑΙ ΔΙΠΛΩΜΑΤΟΥΧΩΝ
Για τους φοιτητές υπάρχουν αρκετά ποσοτικά στοιχεία διάσπαρτα σε διάφορες πηγές, όπως οι λογοδοσίες των πρυτάνεων που δημοσιεύονται κάθε χρόνο από το Πανεπιστήμιο, οι ετήσιες Εκθέσεις των υπουργών Παιδείας, στατιστικοί πίνακες για την εκπαίδευση κλπ. Οι πληροφορίες που παρέχουν όμως είναι άνισες και δεν προσφέρονται πάντα για εκμετάλλευση. Η σημαντικότερη πηγή είναι οι πρυτανικές λογοδοσίες. Ο απερχόμενος πρύτανης στον Λόγο που εκφωνεί κατά την παράδοση της πρυτανείας του, ανακοινώνει, ανάμεσα σε άλλα, και στατιστικά στοιχεία για τους φοιτητές του παρελθόντος
έτους : για τον αριθμό των εγγραφέντων, τον τόπο καταγωγής τους, τη σχολή
εγγραφής, το Γυμνάσιο από το οποίο αποφοίτησαν, τον αριθμό εκείνων που
ανανέωσαν την εγγραφή τους, καθώς και το σύνολο του φοιτητικού πληθυσμού. Σπανιότερα αναφέρεται και ο αριθμός των φοιτητών που διέκοψαν τις σπουδές τους. Στις λογοδοσίες δημοσιεύονται επίσης ονομαστικοί κατάλογοι των διπλωματούχων και σε ορισμένες περιπτώσεις συγκεντρωτικά στοιχεία για τους φοιτητές και τους διπλωματούχους των προηγουμένων ετών1. Οι σχετικές πληροφορίες αναδημοσιεύονται συχνά σε περιοδικά και άλλα έντυπα.
Με βάση τις πρυτανικές λογοδοσίες καταρτίστηκαν το 1889 και το 1912 (με την ευκαιρία του εορτασμού της 50ετίας και της 75ετίας του Πανεπιστημίου) συγκεντρωτικοί πίνακες για τους φοιτητές και διπλωματούχους από το 1837 και εξής, οι οποίοι δημοσιεύθηκαν, αντίστοιχα, στο Χρονικόν του Ελληνικού Πανεπιστημίου του I. Πανταζίδη και στον εορταστικό τόμο για τα 75 χρόνια του Πανεπιστημίου2. Οι πίνακες αυτοί, αν και δεν αξιοποιούν όλα τα στοιχεία
1. Βλ. ενδεικτικά τις λογοδοσίες των πρυτάνεων Μιλτ. Βενιζέλου (1865-66), Γ. Ράλλη (1868-69), Π. Καλλιγά (1869-70), Κ. Παπαρρηγόπουλου (1872-73), Α. Αναγνωστάκη (1877-78).
2 . Πανταζίδης, Χρονικόν, Πίν. Α' και Β' και Τα κατά την εβδομηκοστήν πέμπτην αμφιετηρίδα της ιδρύσεως του Εθνικού Πανεπιστημίου (1837-1912), Αθήνα 1912, σ. 366-373. Συγκεντρωτικά στοιχεία δημοσιεύθηκαν, με διάφορες ευκαιρίες, και στα μεταγενέστερα χρόνια. Σημειώνω ενδεικτικά τους πίνακες φοιτητών και διπλωματούχων του Πανε-